Знать в лицо
Знать в лицо
[znat` v litso]
- Γνωρίζω στον πρόσωπο
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: γνωρίζω κάποιον προσωπικά. Ξέρω την εμφάνιση ενός ανθρώπου.