Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: είμαι αυστηρός με κάποιον, διαπαιδαγωγώ στην αυστηρότητα, δεν κάνω χατήρια, δεν αφήνω την επιείκεια.
Держать в неведении
[derzhat` v nevedenii]
- Κρατώ κάποιον στο σκοτάδι
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: σκόπιμα δεν εισάγω κάποιον στην ουσία των πραγμάτων, επίτηδες δεν λέω κάτι, κρύβω κάποια σημαντική πληροφορία, δεν πληροφορώ για τα γεγονότα.
Держать в руках
[derzhat` v rukakh]
- Κρατώ στα χέρια
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: κρατώ τον εαυτό μου, διατηρώ την ψυχραιμία, την αυτοκυριαρχία, ελέγχω τα συναισθήματα μου.
Держать в узде
[derzhat` v uzde]
- Διατηρώ υπό έλεγχο
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: υποτάσσω κάποιον στη θέληση μου, ελέγχω κάποιον, συμπεριφέρομαι αυστηρά με τον άνθρωπο.
Держать на коротком поводке
[derzhat` na korotkom povodke]
- Κρατώ σε ένα κοντό λουρί
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: ελέγχω κάθε βήμα, δεν αφήνω σε κάποιον να έχει την ανεξαρτησία του, δίνω λίγη ελευθερία.
Держать на почтительном расстоянии
[derzhat` na pochtitel`nom rasstoyanii]
- Κρατώ στη μεγάλη απόσταση
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: κρατώ την απόσταση, δεν επιτρέπω την εξοικείωση, τις θερμές σχέσεις, δεν πλησιάζομαι στον άνθρωπο.
Держать под каблуком
[derzhat` pod kablukom]
- Κρατάω κάτω από το τακούνι
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: υπακούει την γυναίκα, λένε για τον άντρα, τον οποίον η γυναίκα έχει υπό τον έλεγχο.
Держать порох сухим
[derzhat` porokh sukhim]
- Διατηρώ το μπαρούτι στεγνό
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: είμαι έτοιμος για την επικίνδυνη κατάσταση, για τη ριψοκίνδυνη δουλειά.
Держать рот на замке
[derzhat` rot na zamke]
- Κρατώ το στόμα κλειστό
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: κρατώ τα μυστικά, δεν λέω τίποτα, σωπαίνω.
Держать руку на пульсе
[derzhat` ruku na pul`se]
- Κρατώ το χέρι στον παλμό
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: ελέγχω τα γεγονότα, παρακολουθώ την εξέλιξη των γεγονότων για να δράσω σωστά στην κατάλληλη στιγμή.